Είναι κοινός τόπος ότι ειδικά στις οικογενειακές διαφορές η εξεύρεση εξωδικαστικής λύσης μέσω της διαμεσολάβησης είναι ζωτικής σημασίας:
Η έντονα προσωπική σχέση των μερών σχεδόν επιβάλλει να κρατηθούν μακριά από τις δικαστικές αίθουσες, γι’ αυτό και η Συνεδρία Διαμεσολάβησης είναι υποχρεωτική από τον νόμο στις οικογενειακές υποθέσεις. Πράγματι, είναι ιδιαίτερα ψυχοφθόρο δυο άνθρωποι που ένωσαν τις ζωές τους και που απέκτησαν απογόνους, να πρέπει να έρθουν σε δικαστική αντιπαράθεση κατά τη διαδικασία ενός διαζυγίου. Δεν είναι λίγες οι φορές που οι δικηγόροι επιτείνουν την ένταση (κατά το κοινώς λεγόμενο «ρίχνουν λάδι στη φωτιά»), ενώ ένα τρίτο, παντελώς άγνωστο πρόσωπο, ο δικαστής, καλείται να πάρει καθοριστικές για τις ζωές τους αποφάσεις. Όσο για την ίδια τη δίκη, οι προσωπικές πληροφορίες του πρώην ζευγαριού ακούγονται σε μια γεμάτη από το κοινό αίθουσα. Σα να μη φτάνει η δυσκολία και η στενοχώρια του χωρισμού, θα πρέπει τα μέρη να βιώσουν μια πρωτόγνωρη και σε αρκετές περιπτώσεις ιδιαίτερα σκληρή διαδικασία.
Επιπλέον, οι δίκες που θα πρέπει να γίνουν για την επίλυση των οικογενειακών διαφορών είναι πολυάριθμες, καθώς είναι νομικά αδύνατο με μια δικαστική απόφαση να επιλυθούν όλα τα εκκρεμή ζητήματα. Αντιθέτως, χρειάζεται διαφορετικό δικαστήριο για τη λύση του γάμου και διαφορετικό για τη ρύθμιση της επιμέλειας και την επικοινωνία με τα παιδιά, την επιδίκαση διατροφής και τον διαμοιρασμό της κοινής περιουσίας. Επιπλέον, παράλληλα με αυτά τρέχουν και οι δίκες των ασφαλιστικών μέτρων για την προσωρινή ρύθμιση των παραπάνω ζητημάτων. Όταν δε η αντιδικία οξύνεται υπερβολικά, δεν είναι σπάνιο να υποβάλλονται και μηνύσεις σε βάρος των πρώην συζύγων, καθώς και των προσώπων που έχουν καταθέσει ως μάρτυρες, δηλαδή σε βάρος των συγγενικών και φιλικών προσώπων του πρώην ζεύγους. Είναι προφανές ότι κατ’αυτό τον τρόπο επιτείνονται όχι μόνο το άγχος και οι δυσκολίες, αλλά και τα δικαστικά έξοδα.
Μια άλλη παράμετρος, λιγότερο εμφανής, είναι ότι οι αντιδικίες κρατούν τους πρώην συντρόφους ενωμένους σε μια στενή σχέση – σχέση αυτή τη φορά καταστροφική. Με το να μένουν τα προβλήματα ανοιχτά (και, κατ’ επέκταση, και οι ψυχικές πληγές) διατηρούνται ενεργοί ο θυμός και η τοξικότητα του διαζυγίου για μακρύ χρονικό διάστημα, κάτι που όχι μόνο είναι άκρως ψυχοφθόρο, αλλά κι εμποδίζει τα μέρη να προχωρήσουν μπροστά, δημιουργώντας μια καινούργια, απαλλαγμένη από τα βαρίδια του παρελθόντος ζωή.
Last, but not least, τα παιδιά: δεν χρειάζονται πολλά λόγια για να πούμε το πόσο σωτήριο είναι για τα παιδιά το να αποφύγει η οικογένεια την δικαστική αντιπαράθεση – την αγωνία, τις αλληλοκατηγορίες, τους καυγάδες. Και, πάνω από όλα, την δυσβάσταχτη αίσθηση ότι ένας τρίτος, άγνωστος άνθρωπος αποφασίζει για το πότε θα βλέπουν τη μαμά τους και τον μπαμπά τους.
Όταν έμαθα αυτό που είπε ένα παιδί στη μητέρα του, τότε κατανόησα πλήρως την αναγκαιότητα της επίλυσης των οικογενειακών διαφορών εκτός δικαστηρίων:
«Μαμά, ευτυχώς που δεν πήγατε στα δικαστήρια και τα κανονίσατε από μόνοι σας. Δεν θα ήθελα να πει ένας δικαστής πότε θα βλέπω τον μπαμπά»
Και είναι ευχής έργο που η διαμεσολάβηση, μια διαδικασία φιλειρηνική και ήρεμη, με σεβασμό στα μέρη και με τεχνικές υπέρβασης των επικοινωνιακών αδιεξόδων τους, μπορεί να βοηθήσει τα μέρη να το πετύχουν.
Ροζίτα Σπινάσα